Με το Π.Δ. 178/2002 λήφθηκαν μέτρα σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων, σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 98/50/ΕΚ του Συμβουλίου. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Π.Δ. 178/2002, η συμμόρφωση προς την Οδηγία, αποβλέπει στη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων. Έτσι, οι διατάξεις του εν λόγω προεδρικού διατάγματος εφαρμόζονται σε κάθε συμβατική ή εκ του νόμου μεταβίβαση ή συγχώνευση επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων, η οποία συνιστά μεταβολή του προσώπου του εργοδότη και δύναται να αφορά είτε σε δημόσιους, είτε σε ιδιωτικούς φορείς, οι οποίοι ασκούν οικονομικές δραστηριότητες, που ενδέχεται να είναι είτε κερδοσκοπικές, είτε μη κερδοσκοπικές (άρθρο 2 παρ.1 στοιχεία α’ και γ’).
Ως μεταβίβαση θεωρείται η μεταβίβαση μίας οικονομικής οντότητας που διατηρεί την ταυτότητά της, η οποία νοείται ως σύνολο οργανωμένων πόρων με σκοπό την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας. Θα πρέπει επίσης η επίμαχη οντότητα να διατηρεί την ταυτότητά της κατόπιν της μεταβίβασης. Η προϋπόθεση αυτή πληρούται όταν συντρέχουν σωρευτικά δύο στοιχεία: α) η μεταβιβαζόμενη οικονομική μονάδα θα πρέπει και μετά τη μεταβίβαση να διατηρεί την ταυτότητά της, και β) ως προς την μονάδα αυτή θα πρέπει να μεταβάλλεται ο φορέας της, να υπάρχει δηλαδή, «αλλαγή του υπευθύνου για την εκμετάλλευση της επιχείρησης φυσικού ή νομικού προσώπου, χωρίς να έχει σημασία αν μεταβιβάζεται η κυριότητα της επιχείρησης».
Αυτοδίκαιη μεταφορά των εργασιακών σχέσεων στο διάδοχο εργοδότη
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του Π.Δ. 178/2002, με την μεταβίβαση της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης ή των τμημάτων αυτών και από την ημερομηνία αυτής, όλα τα υφιστάμενα δικαιώματα και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις, που είχε ο μεταβιβάζων από σύμβαση ή σχέση εργασίας, μεταφέρονται στο διάδοχο, ο δε προηγούμενος εργοδότης εξακολουθεί να ευθύνεται και μετά τη μεταβίβαση αλληλεγγύως και εις ολόκληρο με το διάδοχο, για τις υποχρεώσεις που είχαν προκύψει από σύμβαση ή σχέση εργασίας μέχρι το χρόνο που αναλαμβάνει ο διάδοχος. Οπότε, με την κατά τα άνω μεταβίβαση της επιχείρησης επέρχεται μεταβολή στο πρόσωπο του εργοδότη, κατ` εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 6 παρ.1 του Ν. 2112/1920 και 9 παρ.1 του Β.Δ/τος της 16/18-7-1920 “περί επεκτάσεως του ν. 2112 και επί των εργατών κλπ”. Η ως άνω μεταβολή στο πρόσωπο του εργοδότη (φορέα της επιχείρησης) επέρχεται αυτοδικαίως και ανεξάρτητα από τη νομική αιτία και τη μορφή μεταβίβασης της επιχείρησης κλπ, για την οποία, αν και οι εργαζόμενοι πρέπει να ενημερωθούν έγκαιρα και να κληθούν σε διαβουλεύσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 του Π.Δ. 178/2002, δεν είναι αναγκαίο να συναινέσουν με οποιοδήποτε τρόπο.
Οι ως άνω διατάξεις του άρθρου 4 παρ.1 και 2 του Π.Δ. 178/2002 συνιστούν διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, αποσκοπώντας στην προστασία του περιεχόμενου της εργασιακής σχέσης, και συνακόλουθα είναι άκυρη η συμφωνία μεταξύ του μεταβιβάζοντος και των εργαζομένων, βάσει της οποίας οι τελευταίοι παραιτούνται από συμβατικές τους αξιώσεις, όταν η συμφωνία αυτή έχει ως αιτία τη μεταβίβαση και στοχεύει στο ν` αποτραπεί η υπεισέλευση του νέου φορέα στο σύνολο των υφισταμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων έναντι των εργαζομένων. Επίσης, άκυρη, λόγω καταστρατήγησης, είναι και η λύση της σύμβασης εργασίας με κοινή συμφωνία μεταξύ μεταβιβάζοντος και εργαζόμενου και η σύναψη ταυτόχρονα με το νέο φορέα της επιχείρησης νέας σύμβασης εργασίας, αφού με τη μεθόδευση αυτή, μολονότι διατηρείται η σχέση εργασίας, διακόπτεται η συνέχεια της εργασιακής σχέσης.
Επομένως, οι εργαζόμενοι, των οποίων, λόγω μεταβίβασης της επιχείρησης κλπ, οι θέσεις εργασίας παύουν να υφίστανται στην υπηρεσία του μεταβιβάζοντος, οφείλουν, καταρχήν, να συνεχίσουν την παροχή της εργασίας τους με τους ίδιους όρους στην υπηρεσία του διαδόχου, στην οποία μεταφέρονται οι θέσεις εργασίας (που εκ των πραγμάτων είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με την οικονομική δραστηριότητα που μεταβιβάζεται). Όπως αναφέρθηκε όμως, η μεταβίβαση της επιχείρησης κλπ επέρχεται με πρωτοβουλία του εργοδότη, χωρίς να είναι αναγκαία η συναίνεση των εργαζομένων. Ως εκ τούτου, συνιστά μονομερή μεταβολή των όρων εργασίας (ΑΠ 997/2018, ΑΠ 1832/2017) και κατά συνέπεια, εάν η μεταβολή αυτή είναι βλαπτική των όρων εργασίας του εργαζομένου, ο τελευταίος κατ` εφαρμογή του άρθρου 7 παρ.1 του Ν. 2112/1920 έχει όλα τα πλεονεκτήματα που θα είχε, εάν στην καταγγελία προέβαινε ο ίδιος ο εργοδότης..
Ακυρότητα καταγγελίας σύμβασης εργασίας λόγω της μεταβίβασης
Σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 του Π.Δ. 178/2002, η μεταβίβαση μιας επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης δεν συνιστά αυτή καθ` εαυτή λόγο απόλυσης εργαζομένων. Η εν λόγω διάταξη απαγορεύει την καταγγελία που γίνεται λόγω της μεταβίβασης και συνεπώς οι απολύσεις που λαμβάνουν χώρα συνεπεία της μεταβίβασης είναι άκυρες. Προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω διάταξης είναι: α) να υφίσταται συμβατική ή εκ του νόμου μεταβίβαση επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή τμημάτων τους και β) η καταγγελία να έχει ως αιτία τη μεταβίβαση, αυτή καθαυτή, και όχι άλλους λόγους.
Πληροφόρηση και διαβούλευση
Με το άρθρο 8 του Π.Δ. 178/2002 προβλέπεται ρητή υποχρέωση τόσο του μεταβιβάζοντος εργοδότη, όσο και του διαδόχου να πληροφορούν τους εκπροσώπους των εργαζομένων τους, για τα ακόλουθα σημεία:
α) την ημερομηνία ή την προτεινόμενη ημερομηνία μεταβίβασης,
β) τους λόγους της μεταβίβασης,
γ) τις νομικές, οικονομικές και κοινωνικές συνεπειες για τους εργαζόμενους από τη μεταβίβαση,
δ) τα προβλεπόμενα μέτρα όσον αφορά τους εργαζόμενους.
Όταν ο μεταβιβάζων ή ο διάδοχος προτίθενται να λάβουν μέτρα αλλαγής του καθεστώτος των εργαζομένων τους, είναι υποχρεωμένοι να προβαίνουν εγκαίρως σε διαβουλεύσεις για τα μέτρα αυτό με τους εκπροσώπους των εν λόγω εργαζομένων, προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία. Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων καταγράφονται σε πρακτικό στο οποίο διατυπώνονται οι τελικές θέσεις των ενδιαφερομένων.
Σε περίπτωση που σε μια επιχείρηση ή εγκατάσταση δεν υπάρχουν εκπρόσωποι των εργαζομένων για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή τους, ο εργοδότης υποχρεούται να ενημερώσει εγγράφως και εκ των προτέρων όλους τους εργαζομένους:
α) για την ημερομηνία ή την προτεινόμενη ημερομηνία της μεταβίβασης,
β) για τους λόγους της μεταβίβασης,
γ) για τις νομικές, οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της μεταβίβασης στους εργαζόμενους,
δ) για τα προβλεπόμενα μέτρα όσον αφορά τους εργαζομένους.
6. Η ενημέρωση γίνεται εγκαίρως και συγχρόνως προς όλους τους εργαζομένους.
Σημειώνεται ότι οι ειδικές διαδικασίες ενημέρωσης και διαβούλευσης που προβλέπονται από το Π.Δ. 178/2002 στην περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης δεν θίγονται από τις διατάξεις του ΠΔ 240/2006 “περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων”.
Προστασία εκπροσώπων εργαζομένων (άρθρο 7 Π.Δ. 178/2002)
Κατά το μέτρο που η εγκατάσταση, επιχείρηση ή τμήμα εγκατάστασης ή επιχείρησης διατηρεί την αυτονομία της, συνεχίζονται, όπως προβλέπονται από τις διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας, το καθεστώς και η λειτουργία των εκπροσώπων των εργαζομένων οι οποίοι θίγονται από μία μεταβίβαση, εκτός εάν πληρούνται οι όροι που απαιτούνται από τις ισχύουσες διατάξεις για την εκλογή νέων εκπροσώπων των εργαζομένων, όπως μεταβολή αριθμητικών δεδομένων προσωπικού επιχείρησης.
Κατά το μέτρο που η εγκατάσταση, επιχείρηση ή τμήμα εγκατάστασης ή επιχείρησης δεν διατηρεί την αυτονομία της, οι εκπρόσωποι των εργαζομένων της ή των μεταβιβαζομένων επιχειρήσεων διατηρούνται μέχρι την εκλογή νέων εκπροσώπων των εργαζομένων κατά τις κείμενες διατόξεις.
Αν η θητεία των εκπροσώπων των εργαζομένων που θίγονται από τη μεταβίβαση λήγει λόγω αυτής της μεταβίβασης, οι εκπρόσωποι αυτοί συνεχίζουν να προστατεύονται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις για όσο χρόνο θα επροστατεύοντο εάν δεν είχε γίνει η μεταβίβαση